Ουρηθρίτιδα σημαίνει φλεγμονή της ουρήθρας. Η γονοκοκκική ουρηθρίτιδα (GU) προκαλείται από ένα μικρόβιο (βακτήριο) που ονομάζεται γονόκοκκος (Neisseria gonorrhoeae). Η μη-γονοκοκκική ουρηθρίτιδα (NGU) οφείλεται σε άλλα αίτια, διαφορετικά από το γονόκοκκο. Μερικοί ασθενείς έχουν γονοκοκκική και μη-γονοκοκκική ουρηθρίτιδα ταυτόχρονα.
Η γονόρροια είναι ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα (ΣΜΝ). Μεταδίδεται μέσω κολπικής, στοματικής ή πρωκτικής επαφής με μολυσμένο άτομο. Η λοίμωξη συνήθως αφορά την ουρήθρα (γονοκοκκική ουρηθρίτιδα), αλλά μπορεί να προκληθεί και στο στόμα (γονοκοκκική φαρυγγίτιδα) ή στον πρωκτό (γονοκοκκική πρωκτίτιδα). Στο μικρόβιο Chlamydia οφείλονται περίπου οι μισές περιπτώσεις μη-γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας, η οποία μεταδίδεται με τους ίδιους τρόπους μου μεταδίδεται και η γονόρροια. Διάφορα άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα βακτήρια ή ιοί μπορεί να προκαλέσουν NGU. Υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν ουρηθρίτιδα παρουσιάζουν τα σεξουαλικώς ενεργά άτομα, ηλικίας κάτω των 35 ετών, που είχαν μια πρόσφατη αλλαγή ερωτικού συντρόφου. Οι άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες και όσοι έχουν επαφές χωρίς προφύλαξη διατρέχουν επίσης υψηλότερο κίνδυνο. Ο κίνδυνος μετάδοσης όλων των ΣΜΝ αυξάνει με τον αριθμό των ερωτικών συντρόφων και την υιοθέτηση επικίνδυνων συμπεριφορών.
Φυσική εξέταση
Στις γυναίκες με γονόρροια, το 50% θα παρατηρήσει αύξηση ή αλλαγές στο κολπικό έκκριμα και το 25% θα διαμαρτυρηθεί για πόνο στην κατώτερη κοιλιακή χώρα. Πιο σπάνια αναφέρεται αιμορραγία μεταξύ των περιόδων εμμήνου ρύσεως. Μερικές φορές μπορεί να υπάρχει πόνος κατά την ούρηση, όπως σε ουρολοίμωξη. Η μόλυνση του ορθού και του φάρυγγα σε γυναίκες και άνδρες που έχουν ερωτικές επαφές με άνδρες συνήθως δεν προκαλεί συμπτώματα, αν και περιστασιακά κνησμός στον πρωκτό ή πονόλαιμος αναφέρονται.
Στους άνδρες με γονόρροια, η λοίμωξη της ουρήθρας (ουρηθρίτιδα) είναι η πιο συχνή εκδήλωση. Αναπτύσσεται συνήθως 5-7 ημέρες μετά τη σεξουαλική επαφή με ένα προσβεβλημένο άτομο, με συμπτώματα όπως ουρηθρικό έκκριμα (μπορεί να λεκιάσει το εσώρουχο), πόνο ή κάψιμο κατά την ούρηση, ερεθισμό στο εσωτερικό του πέους, αίσθημα συχνής επιθυμίας για ούρηση και ερυθρότητα στο άνοιγμα της ουρήθρας στο τέλος του πέους.
Η γονόρροια προκαλεί συμπτώματα περίπου στο 90% των προσβεβλημένων ανδρών, αλλά μόλις στο 50% των προσβεβλημένων γυναικών. Τα συμπτώματα μπορεί να αποδράμουν με την πάροδο του χρόνου ακόμη και χωρίς θεραπεία. Αυτό μπορεί να συμβεί έως και έξι μήνες μετά τη στιγμή της μόλυνσης, αλλά μερικές φορές συμβαίνει και σε 2-3 εβδομάδες. Ωστόσο, χωρίς θεραπεία, μερικά μικρόβια (βακτήρια) παραμένουν συνήθως στην ουρήθρα. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν συμπτώματα δεν υπάρχουν, υπάρχει πιθανότητα η πάθηση να μεταδοθεί, εφόσον δεν έχει γίνει θεραπεία. Η NGU εμφανίζεται συνήθως λίγο αργότερα σε σχέση με την GU, σε 2-3 εβδομάδες, ενώ ένα ποσοστό ως και 50% των ανδρών με λοίμωξη από χλαμύδια δεν εμφανίζει κανένα σύμπτωμα.
Πιθανές επιπλοκές της GU και της NGU στις γυναίκες αποτελούν η εξάπλωση στη μήτρα (φλεγμονώδη νόσο της πυέλου), που μπορεί να προκαλέσει χρόνιους πυελικούς πόνους και να οδηγήσει σε στειρότητα, καθώς και προβλήματα σε ενδεχόμενη κύηση (πρόωρος τοκετός, έκτοπη κύηση, αποβολή). Λοίμωξη παρούσα κατά τη διάρκεια του τοκετού μπορεί να οδηγήσει σε επιπεφυκίτιδα του νεογνού. Επίσης, η πυελική μόλυνση μπορεί να εξαπλωθεί στο ήπαρ. Μπορεί να υπάρξουν αποστήματα αιδοιοκολπικών (βαρθολίνειων) αδένων. Στους άνδρες, σε ένα μικρό αριθμό περιπτώσεων η λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει προστατίτιδα και σπανιότερα στένωση της ουρήθρας. Η αιματογενής διασπορά σε άλλα μέρη του σώματος είναι σπάνια.
Θεραπεία
Η θεραπεία της γονοκοκκικής λοίμωξης, εφόσον πρόκειται για ΣΜΝ, θα πρέπει να γίνεται και στους ερωτικούς συντρόφους των προσβεβλημένων ατόμων, ακόμα και αν δεν παρουσιάζουν συμπτώματα. Επιπλέον, υπάρχει πιθανότητα οι εξετάσεις να δείχνουν ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα (δηλαδή να μη δείχνουν το πρόβλημα, ενώ αυτό υπάρχει), οπότε μπορεί να υπάρξει ένας φαύλος κύκλος μετάδοσης της νόσου μεταξύ των ερωτικών συντρόφων.
Στην περίπτωση που η λοίμωξη είναι ασυμπτωματική, που σημαίνει ότι μπορεί να υπάρχει για αρκετό διάστημα, θα πρέπει να θεραπεύονται οι ερωτικοί σύντροφοι των τελευταίων 3 μηνών σε GU και των τελευταίων 30 ημερών σε NGU.
- Προληπτικά μέτρα – η χρήση προφυλακτικού βοηθά στην πρόληψη της εξάπλωσης των ΣΜΝ.
- Αντιβιοτικά (ενέσημα ή από το στόμα) – συνιστάται αποχή από σεξουαλικές δραστηριότητες μέχρι την ολοκλήρωση της θεραπείας των ερωτικών συντρόφων (τουλάχιστον για 7 ημέρες από την έναρξη της θεραπείας), καθώς και κλινικός και εργαστηριακός επανέλεγχος σε σύντομο χρονικό διάστημα για την επιβεβαίωση της αποδρομής της λοίμωξης. Όταν υπάρχει υποψία GU ή NGU (ιστορικό έκθεσης με κίνδυνο, συμπτωματολογία ουρηθρίτιδας), θεραπεία μπορεί να χορηγηθεί ακόμα σε περίπτωση που δεν έχει επιβεβαιωθεί η λοίμωξη εργαστηριακά, αφού σε ένα ποσοστό ως και 30% των ασθενών, μπορεί να μην ανευρεθεί καμία αιτία. ΣΜΝ που δεν εντοπίζονται στις εξετάσεις αποτελούν κατά πάσα πιθανότητα μέρος αυτού του ποσοστού, χωρίς να είναι δυνατόν να διαλευκανθεί ποιες από αυτές τις περιπτώσεις οφείλονται σε μόλυνση και ποιες όχι.
Σε περίπτωση υποψίας γονόρροιας ή άλλου ΣΜΝ, ακόμα και ασυμπτωματικού, συνιστάται άμεση δερματολογική εξέταση.